Courseworks

Abstract

Η παρούσα εργασία επιχειρεί μια κριτική ανάλυση στα αναπτυξιακά αποτελέσματα των οικονομικών εργαλείων της πολιτικής συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Περιφέρεια Ηπείρου, το Νομό Θεσπρωτίας και το Δήμο Σουλίου. Η ανάλυση καλύπτει την περίοδο 1986-2013. Ωστόσο, η έμφαση δίνεται στις δύο τελευταίες προγραμματικές περιόδους, 2000-2006 και 2007-2013. Με χρήση μακροοικονομικών δεικτών, η εργασία παρέχει χρήσιμα στοιχεία για τη μέχρι σήμερα εμπειρία αναφορικά με την αποτελεσματικότητα, τα θετικά σημεία και τις αδυναμίες των παρεμβάσεων αυτών. Τέλος, παρουσιάζει μια πρόταση για το σχεδιασμό ενός Προγράμματος Ολοκληρωμένης και Αξιοβίωτης Ανάπτυξης για το Δήμο Σουλίου.

Abstract

Στο Δήμο Σουλίου οι εδαφολογικές και κλιματικές συνθήκες είναι κατάλληλες για την καλλιέργεια αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών. Αδιάψευστο μάρτυρα αποτελεί το γεγονός ότι σε ολόκληρο το Δήμο συναντάται μεγάλη ποικιλία αρωματικών φυτών ως αυτοφυή, συγκροτώντας οικότοπους με μεγάλη οικολογική αξία που συμβάλλουν στη ενίσχυση της βιοποικιλότητας και τη διατήρηση της πλούσιας φυσικής κληρονομιάς του τόπου.
Στην παρούσα εργασία αναλύεται, αρχικά, η υφιστάμενη κατάσταση στο Δήμο και στη συνέχεια, με βάση τα αποτελέσματα, προτείνονται τρεις καλλιέργειες διαφορετικών αρωματικών φυτών, ρίγανη, θυμάρι και φασκόμηλο, που θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν ακόμα και υποβαθμισμένα εδάφη σε ορεινές, ημιορεινές και πεδινές περιοχές. Τέλος, οι προτεινόμενες καλλιέργειες αξιολογούνται από χρηματοοικονομικής πλευράς και φαίνεται να αποτελούν ελκυστικές επενδύσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να αποφέρουν ένα ικανοποιητικό εισόδημα στους καλλιεργητές, αρκεί να γίνουν με σωστές και οργανωμένες κινήσεις, βάσει ενός ρεαλιστικού στρατηγικού σχεδιασμού.

Abstract

Στην παρούσα εργασία αναλύεται, αρχικά, η υφιστάμενη κατάσταση της γεωργικής δραστηριότητας στον κάμπο του Kαλλικρατικού Δήμου Σουλίου που περιλαμβάνει τους πρώην Δήμους Παραμυθίας, Αχέροντα και την κοινότητα Σουλίου. Στη συνέχεια, αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους ο μηχανολογικός εξοπλισμός μιας γεωργικής εκμετάλλευσης κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των αγροτών. Εν συνεχεία, παρουσιάζονται οι παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η επιλογή του εκάστοτε εξοπλισμού. Τέλος, γίνεται παρουσίαση του υπολογισμού ενός βέλτιστου μηχανήματος, όσον αφορά στην ισχύ του, για την περιοχή του Δήμου Σουλίου, το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερες αποδόσεις και, συνεπώς, να βελτιώσει τα εισοδήματα των αγροτών της περιοχής.

Abstract

Εξετάζονται οι αλλαγές που επήλθαν στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιοχής από την προσάρτησή της στο Ελληνικό κράτος (1913) έως και σήμερα. Βασικά στοιχεία αναφοράς αποτελούν αρχικά οι κανόνες του εμπράγματου και εθιμοτυπικού δικαίου που ίσχυαν στην περιοχή τα τελευταία χρόνια πριν την προσάρτηση και κληρονομήθηκαν από την Οθωμανική κυριαρχία. Στην συνέχεια, ο τρόπος που διαχειρίστηκε το Ελληνικό κράτος την κληρονομηθείσα γη μέσα από τους νόμους και σύμφωνα με τις πολιτικές με τις οποίες αντιμετώπισε τα καίρια ζητήματα της διανομής της γης και την αποκατάσταση των Ελλήνων γεωργών και των προσφύγων, αλλά και την διαφύλαξη της δημόσιας γης. Η παρακολούθηση των αλλαγών στην ιδιοκτησία της γης στην πράξη, επιτυγχάνεται μέσα από τα στοιχεία που προκύπτουν από τα αρχεία της Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας (σήμερα Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας) σε οχτώ κοινότητες του Δήμου Σουλίου, που καλύπτουν χρονολογικά την περίοδο μελέτης. Η διαχρονική μελέτη συμβάλλει στην κατανόηση των προβλημάτων και του τρόπου επίλυσης τους, παρέχοντας την απαραίτητη εμπειρική γνώση, με στόχο την βέλτιστη επίλυση των ιδιοκτησιακών ζητημάτων στο μέλλον.

Abstract

Τα ανενεργά λατομεία αποτελούν συνήθη εικόνα στο ελληνικό αστικό και αγροτικό τοπίο. Η οπτική ρύπανση που η εικόνα του άδειου βουνού δημιουργεί είναι ένα μόνο από τα πολλά προβλήματα των χώρων αυτών. Η αποκατάσταση των εγκαταλειμμένων λατομείων αποτελεί την κύρια αντιμετώπιση των προβλημάτων και συνίσταται στην εξυγίανση των χώρων και στην μερική επαναφορά του προηγούμενου φυσικού τοπίου. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα, η αποκατάσταση λατομικών χώρων συνέβαλε στη δημιουργία νέων, σύγχρονων πολυχώρων με χρήσεις αναψυχής και πολιτισμού.
Στην εργασία παρουσιάζεται μια πρόταση αποκατάστασης του ανενεργού λατομείου «Βιέρο», του Δήμου Σουλίου. Η επιτόπια έρευνα ανέδειξε τα προβλήματα αλλά και τις δυνατότητες του χώρου. Κεντρική ιδέα της αποκατάστασης είναι η αναβάθμιση του χώρου του λατομείου και η δημιουργία ενός χώρου αναψυχής για την κάλυψη των αναγκών των κατοίκων της περιοχής αλλά και με στόχο την προσέλκυση επισκεπτών. Με βασικό άξονα τη δημιουργία δύο λιμνών στον πυθμένα του λατομείου, χωροθετούνται χρήσεις αθλητικών δραστηριοτήτων και περιβαλλοντικής ενημέρωσης, οι οποίες συμπληρώνονται από φυτεύσεις με είδη τοπικής βλάστησης.

Abstract

Σημαντικές προκλήσεις σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο αποτελούν η ορθολογική διαχείριση των αποβλήτων και η διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο ενεργειακό μίγμα. Οι μονάδες βιοαερίου αποτελούν μια σύγχρονη τεχνολογικά εφαρμογή που συνδυάζει την ορθολογική διαχείριση των αποβλήτων με την παραγωγή καθαρής ενέργειας, μέσω της αξιοποίησης των υπολειμμάτων υψηλού οργανικού φορτίου.
Η παρούσα εργασία ασχολείται με τη διαχείριση των υγρών αποβλήτων των ελαιοτριβείων (κατσίγαρος) του Δήμου Σουλίου. Μέσω πρωτογενούς έρευνας καταγράφεται το σύνολο των ποσοτήτων του κατσίγαρου και προτείνεται η βέλτιστη τεχνικο - οικονομικά λύση. Στο πλαίσιο της προτεινόμενης λύσης, επιλέγεται η συγχώνευση του κατσίγαρου με απόβλητα υψηλού οργανικού φορτίου από άλλες αγροτοδιατροφικές δραστηριότητες (τυροκομεία και σταυλικές εγκαταστάσεις) που βρίσκονται στην περιοχή μελέτης. Διαστασιολογείται μια μονάδα παραγωγής βιοαερίου με την τεχνολογία της αναερόβιας χώνευσης και εξετάζεται η οικονομική της βιωσιμότητα. Αποδεικνύεται ότι η συγκεκριμένη μονάδα δεν αποτελεί απλά τη βέλτιστη λύση για τη διαχείριση και αξιοποίηση των αγροτοκτηνοτροφικών υπολειμμάτων της περιοχής, αλλά και μια ιδιαιτέρως επικερδή επένδυση.

Abstract

H διαχείριση των αστικών σύμμικτων απορριμμάτων (ΑΣΑ) αποτελεί ένα διαχρονικό και κρίσιμο πρόβλημα για τη χώρα μας. Δεδομένης της τρέχουσας δυσχερούς κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας, ενισχύεται ακόμη περισσότερο η ανάγκη για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος με αποτελεσματικότητα. Η πρόληψη και η διαλογή στην πηγή αποτελούν, σύμφωνα με πολλά παραδείγματα εφαρμογής, αποτελεσματικές μεθόδους που με την αποφασιστική συμμετοχή των πολιτών και την υπεύθυνη υποστήριξη της πολιτείας μπορούν να παράξουν ουσιαστικά αποτελέσματα. Κάποιες προσπάθειες έχουν ήδη ξεκινήσει από Δήμους και μη κερδοσκοπικά συνεταιριστικά σχήματα. Στην εργασία αυτή παρουσιάζεται το πρόβλημα διαχείρισης των ΑΣΑ στην Ελλάδα γενικότερα, ενώ ειδικότερα εξετάζεται η υφιστάμενη κατάσταση διαχείρισης των απορριμμάτων στο Δήμο Σουλίου. Στη συνέχεια, περιγράφεται αναλυτικά η μέθοδος της ανακύκλωσης με διαλογή στην πηγή (ΔσΠ) και εξειδικεύεται για την περίπτωση της περιοχής μελέτης. Τέλος, επιχειρείται η οικονομική αξιολόγηση και σύγκριση της προτεινόμενης με την υφιστάμενη μέθοδο διαχείρισης των απορριμμάτων, η οποία αποδεικνύει ότι η μέθοδος ΔσΠ θα μπορούσε να αποτελέσει μια επιτυχημένη εναλλακτική λύση για το Δήμο Σουλίου.

In Workshop:
Abstract

Η παραποτάμια περιοχή του Αχέροντα, κοντά στον οικισμό Γλυκή του Δήμου Σουλίου, αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση τουριστικής εκμετάλλευσης ενός φυσικού πόρου, η οποία εγείρει προβληματισμό γύρω από το δίπολο τουριστική ανάπτυξη / προστασία του περιβάλλοντος. Ποιό είναι, όμως, το σημείο κορεσμού του οικοσυστήματος από την ανθρώπινη παρέμβαση και πως μπορεί να προστατευθεί από υποβάθμιση; Για να δοθεί απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, εισάγεται στην παρούσα εργασία η έννοια της φέρουσας ικανότητας, η οποία διερευνά τα όρια ενός οικοσυστήματος ή μιας περιοχής.
Για τον υπολογισμό της φέρουσας ικανότητας χρησιμοποιήθηκαν δείκτες που σκιαγραφούν το αποτύπωμα της τουριστικής δραστηριότητας και, ταυτόχρονα, συλλέχθηκαν δεδομένα που αφορούν στη βιολογική ταυτότητα της περιοχής. Από την ανάλυση προέκυψε, αφενός ότι κάποια όρια ανοχής προσβάλλονται και διαρρηγνύονται στις περιόδους τουριστικής αιχμής, αφετέρου, ότι, αν και η ποιότητα των υδάτων του Αχέροντα είναι ικανοποιητική, το παρόχθιο οικοσύστημα παρουσιάζει τάσεις υποβάθμισης

Abstract

Οι ανάγκες θέρμανσης στον οικιακό τομέα αποτελούν σημαντικό μέρος των συνολικών ενεργειακών αναγκών μιας κοινότητας. Η κάλυψη των αναγκών αυτών συνεπάγεται σημαντικό κόστος για το συνολικό προϋπολογισμό των νοικοκυριών, το οποίο δύναται να μειωθεί μέσω βελτιωτικών παρεμβάσεων στα κτίρια και, κυρίως, με συνολική, στρατηγική στροφή στην εξοικονόμηση ενέργειας. Η παρούσα εργασία αναφέρεται στη μελέτη των δυνατοτήτων παρεμβάσεων εξοικονόμησης ενέργειας στο κτιριακό απόθεμα του Δ.Δ. Παραμυθιάς, με σκοπό να εκτιμηθούν τα πιθανά οφέλη σε ενεργειακό και περιβαλλοντικό επίπεδο καθώς επίσης και να αποτιμηθούν, με χρηματοοικονομικούς όρους, οι αποδόσεις των απαιτούμενων επενδύσεων.

Abstract

Στην παρούσα εργασία, με τη χρήση των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, διερευνήθηκαν δασικοί δρόμοι και μονοπάτια της περιοχής του Δήμου Σουλίου που ενδείκνυνται για την κατασκευή ποδηλατικής πίστας κατάβασης πλαγιάς (downhill). Στόχος είναι η προσέλκυση ενός διαφοροποιημένου ρεύματος τουριστών και η ανάπτυξη μιας αθλητικής – ψυχαγωγικής δραστηριότητας που θα φέρει τους κατοίκους της περιοχής πιο κοντά στη φύση.
Αρχικά, παρατίθενται τα κριτήρια και η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκαν για την εύρεση των κατάλληλων διαδρομών. Στη συνέχεια, επιλέγεται η καταλληλότερη και περιγράφονται αναλυτικά τα χαρακτηριστικά της καθώς και οι απαιτούμενες παρεμβάσεις. Τέλος, τεκμηριώνεται η σημασία της προβολής και προώθησης της πίστας, μέσω αντίστοιχων παραδειγμάτων σε Ελλάδα και Ευρώπη και προτείνονται συγκεκριμένες δράσεις για την προβολήτης.